Γράφει ο Κώστας Κατσακιώρης
Φιλόλογος –Συγγραφέας
Κάπως άβολα και αμήχανα αισθάνεται ο προβληματισμένος ΄Ελληνας πολίτης – ίσως και αηδιαστικά ενίοτε – όταν καθημερινά εδώ και τόσους μήνες πληροφορείται τα πρωτοσέλιδα του διεθνούς και εγχώριου τύπου που μας κατατάσσουν στα τάρταρα του σύγχρονου κόσμου. Οι πληροφορίες είναι καταιγιστικές: η Ελλάδα ο ασθενής κρίκος της ευρωζώνης, μειώθηκε η πιστοληπτική ικανότητα της χώρας μας, επισφαλή τα ελληνικά ομόλογα, οδηγούμαστε σε χρεωκοπία ή τα τζιτζίκια οι ΄Ελληνες καλά να πάθουν, είναι καλοπερασάκηδες και απατεώνες….
Όλη αυτή η δραματική κατάσταση μας φέρνει στο νου τους στίχους του Παλαμά στον 80 προφητικό λόγο από τον Δωδεκάλογο του Γύφτου που έγραψε το 1889 δύο μόλις χρόνια μετά από την ταπεινωτική ήττα από τους Τούρκους το 1887: … και θα πέσεις πατρίδα μου καημένη …. θα σε κλαιν τα νυχτοπούλια…
Η πίκρα και η απογοήτευση ξεχειλίζει. Τα ερωτήματα πολλά και αμείλικτα. Πως φτάσαμε ως εδώ; Τι έφταιξε; Μπορεί να αναστραφεί η πορεία της χώρας και πώς; Οι αναλύσεις δίνουν και παίρνουν από ειδικούς και μη. Η κοινωνία μουδιασμένη παρακολουθεί αυτή την ιλαροτραγική κατάσταση.
Οι πολιτικοί ως συνήθως φτάνουν μέχρι την ανάληψη των πολιτικών τους ευθυνών πάντα όμως σε προφορικό επίπεδο – μια παραίτηση για λόγους ευθιξίας δεν είδαμε ποτέ – και επιχειρούν να αποδείξουν ότι έχουν τις λιγότερες ευθύνες σε σχέση με τους αντιπάλους τους. Συχνά επικαλούνται ως επιχείρημα το γεγονός ότι όλες οι χώρες έχουν χρέη και δεν είμαστε μόνο εμείς. Άρα εσύ, Έλληνα πολίτη, μην είσαι σκληρός μαζί μας!!! Ορισμένοι δε από αυτούς έχουν απύθμενο θράσος να αρθρογραφούν και προβάλλουν δημοσίως τις θέσεις αλλά και τις υποδείξεις τους τάχα για έξοδο από την κρίση, μολονότι με την πολιτική τους ή καλύτερα την μικροπολιτική τους με διορισμούς και παντοειδή ρουσφέτια, με βόλεμα ημετέρων – τους γνωρίζουμε καλά πια – συνέβαλαν τα μέγιστα στην κρίση. Και βέβαια όλα αυτά προκαλούν, αν μη τι άλλο, τη μήνιν των πολιτών.
Από την άλλη μεριά οι εμπειρογνώμονες οικονομολόγοι, ως πιο ειδικοί, μας εξηγούν πως φτάσαμε ως εδώ. Από το 1981 οι προϋπολογισμοί ήταν ελλειμματικοί, το δημόσιο χρέος βαθμιαία μεγάλωνε και τα τελευταία χρόνια η κατάσταση έγινε ανεξέλεγκτα δραματική. Ζούσαμε μια πλασματική ευημερία με δανεικά και επιδοτήσεις. Και το χρέος έγινε θηλιά και μας έπνιξε. Ήρθε και η χρηματοπιστωτική κρίση του καπιταλιστικού συστήματος και έδειξε τη γύμνια μας.
Όμως πέρα από την συγκυριακή οικονομική κρίση υπάρχει μια βαθύτερη κρίση, η οποία και συνδιαμόρφωσε τη σημερινή δραματική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Είναι η κρίση των κοινωνικών, πολιτιστικών και πολιτικών θεσμών, των αξιών και ιδανικών, της δημοκρατίας. Μιας δημοκρατίας ανάπηρης, που αναιρεί στην πράξη τον εαυτό της, που δεν διασφαλίζει την ισονομία, την αξιοκρατία, τις ίσες ευκαιρίες και τα δικαιώματα
για όλους. Ένα κράτος ανίκανο, γραφειοκρατικό, υπερδιογκωμένο και διεφθαρμένο, λάφυρο των εκάστοτε βολεμένων στους θώκους της εξουσίας και μια ηθικά διαβρωμένη κοινωνία.
Η κοινωνία μας τις τελευταίες δεκαετίες κυρίως από τα χρόνια της μεταπολίτευσης διέρχεται μια γενικευμένη κρίση, η οποία προϊόντος του χρόνου οξύνεται. Και αυτήν τη διάσταση πρέπει να τη λάβουμε σοβαρά υπόψη μας, αν θέλουμε πραγματικά να πιάσουμε την άκρη του νήματος και εν τέλει ως κοινωνία να ανακάμψουμε.
Μια κοινωνία της αναξιοκρατίας, των πελατειακών σχέσεων, της αρπαχτής και της ανομίας. Ο βόρβορος των σκανδάλων ατελείωτος. Η διαφθορά έγινε το σπορ του νεοέλληνα. Λογής – λογής κοράκια λυμαίνονται το χρήμα του λαού και παραμένουν ατιμώρητα. Μια κοινωνία εκφυλισμένη, που επιβραβεύει τους μέτριους, τους τσαρλατάνους και τους κομπιναδόρους και όχι τους άξιους και τους αρίστους. Μια κοινωνία με φοβικά σύνδρομα, εθισμένη στο πνεύμα της ήσσονος προσπάθειας και της μείζονος αμοιβής, στην ατομιστική νοοτροπία. Ενταφιάσαμε το «εμείς» του αγωνιστή Μακρυγιάννη και κάναμε σημαία το «εγώ», διαρρηγνύοντας τον κοινωνικό ιστό. Αυτή η εγωκεντρική αντίληψη σε συνδυασμό με το κυρίαρχο παγκοσμίως πρότυπο του υλιστικού ευδαιμονισμού και καταναλωτισμού συμπαρέσυρε και συμπαρασύρει σαν τσουνάμι τα πάντα. «Αν ο ανεξέλεγκτος πλούτος καταστεί ύπατη αξία, διαβρώνει τα πάντα», υποστήριζε ο Πλάτωνας, και δυστυχώς αυτό αποτελεί για μας μια οδυνηρή πραγματικότητα.
Και εμείς παραζαλισμένοι από την μέθη της καταναλωτικής μας υστερίας και βολεμένοι στον ναρκισσιστικό μανδύα του «εγώ» ενδώσαμε και με την ανοχή μας ή και τη συνέργειά μας γκρεμίσαμε κάθε αξία. Μάθαμε ως κοινωνία να ζούμε με δανεικά χρήματα, με δανεικές σκέψεις, με δανεικά συναισθήματα. Επιδοτούμενα όνειρα, πλασματική ζωή. Ως και οι λέξεις έχασαν τη σημασία τους: ο αγαθός στις μέρες μας έγινε βλαξ, ο τρυφερός και ευγενής ανισόρροπος, ο τυχοδιώκτης και ο αδίστακτος έξυπνος. Και το χειρότερο ίσως είναι ότι μπολιάσαμε τη νέα γενιά με αυτά τα κίβδηλα πρότυπα. Οι ευθύνες βαρύνουν αναλογικά όλους μας μα πρωτίστους τους πολιτικούς και πνευματικούς ταγούς αυτού του τόπου.
Βέβαια, όπως έγινε και άλλοτε, από την οικονομική κρίση κάποια στιγμή θα βγούμε, και ασφαλώς το τίμημα για άλλη μια φορά θα το πληρώσει ο λαός. Όμως το αγωνιώδες ερώτημα παραμένει: από την αξιακή και θεσμική εξαχρείωση θα βγούμε και πώς; Όσοι νομίζουν ότι από τον πάτο που βρισκόμαστε ως δια μαγείας θα αρχίσει η άνωση χωρίς καμία πρωτοβουλία και χωρίς ενεργοποίηση των υγιών δυνάμεων της χώρας, αυταπατώνται. Απαιτείται επειγόντως πολιτική, πολιτιστική και ηθική επανάσταση που θα μας βγάλει από αυτό το τέλμα. Μήπως είναι καιρός λοιπόν να δούμε κατάματα το πρόβλημα και να πάψουμε να ομφαλοσκοπούμε; Τελικά, η γενικευμένη κρίση θα αποτελέσει την αφετηρία για ένα νέο ξεκίνημα; Ίδωμεν. Οι καιροί πάντως ου μενετοί.
Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Μαχητής» Αγρινίου
στις 7/4/2010